(Με αφορμή την Έναρξη της κυνηγετικής περιόδου)
Του Δημήτρη Μακρυγιάννη
Το Καλοκαίρι του
2014 φάνταζε σαν ένα συνηθισμένο
Ζεστοκαλόκαιρο, που αλέθοντας τα όνειρα, τα σχέδια και τις επιθυμίες του
απλού ανθρώπου, ξεδιπλώθηκε σιγά-σιγά, μέρα με την ημέρα, με ζέστες και
δροσούλες, με καταιγίδες και καύσωνες για να φθάσουμε στο σήμερα, που η αρχή
του τελειωμού του ξεκινάει αργά μετά τον Δεκαπενταύγουστο.
Υποτονικά και
βαριεστημένα η επιθυμία έσερνε την ακεφιά που την ζωντάνευαν φανερά μονάχα τα
πιτσιρικόπαιδα που πλατσούριζαν φωνασκώντας δίπλα και μέσα στο βαθύ μπλε
γαλάζιο. Θάλασσες όνειρα, βαρκάδες και
ταβερνάκια, βόλτες ανεμελιά κι ερωτισμοί που θα σβήσουν σε λίγο, τυλίγονται
προσεκτικά σαν σε συσκευασία φθηνού δώρου για να τοποθετηθούν στην Τράπεζα
μνήμης του μυαλού μας και να φωτίζουν καμιά φορά ως αναμνήσεις, κάποιες
ιδιαίτερες στιγμές που η ανάγκη της ομορφιάς του χθες, ψάχνει να ισορροπήσει τα
αμφίβολα όνειρα του άχαρου μέλλοντος μας.
Όλοι το νοιώθαμε μα το κρύβαμε, όλοι το βλέπαμε μα κάναμε πως κοιτάζαμε
αλλού. Κάτι δεν πάει καλά. Το ψεύτικο γέλιο, η τάχα μου καλή διάθεση και τα
καλαμπούρια μερικών, έσβηναν γρήγορα πίσω απ` το αρρωστημένο μισοχαμόγελο των
νωθρών προσώπων που κουβάλαγαν σαν στάμπα την δυσφορία του κακομούτσουνου, την ακεφιά
του μουτρωμένου και τον βαρύ λόγο που έπεφτε άγαρμπα στο τραπεζάκι με τους
φραπέδες. Kαι ξαφνικά,
έντονος διαπεραστικός ήχος, εστιάζει την προσοχή μας στο δονούμενο
μικροτηλέφωνο της άκρης του τραπεζιού.
Τσιριρίπιπι -
Τσιριρίπιπι, κι ένα χέρι αυτομάτως το αρπάζει. Έλα ρέεεε, τι έγινε ; έχει πουλιά; Πώπω μη μου πείς !!! Ένα
μικρό διάλλειμα σιωπής και τ` αυτιά όλων ξεδιπλώθηκαν προς τα έξω για να επισημάνουν
συμπερασματικές πληροφορίες. Ώστε έχει πουλιά Εεεε... τι μου λες ρε φίλε; 18
Ορτύκια σε απογευματινό; και δεν μου λες, από Τρυγόνια πως πάμε ;;;;; Τ` αυτιά
όλων τέντωσαν περισσότερο.....έλα ρε, τώρα με δουλεύεις μου φαίνεται, τόσα
πολλά ρε παιδί μου. Καλά άντε και τα ξαναλέμε γιατί είμαι με κόσμο, θα σε πάρω
εγώ, έλα γεια, γειά.....Τα μάτια ολωνών επικεντρώθηκαν στον ομιλητή.....λίγη
σιωπή και....Άντε ντεεεε.....λέγε και μας έσκασες, έχει πουλιά έτσι;;; πες το
μη μας το κρύβεις.
Είναι απίστευτο,
όμως δεν μπορώ να μην το επισημάνω. Το σύννεφο της ακεφιάς που είχε
εγκατασταθεί πάνω απ` το τραπεζάκι μας εκεί στην παραλιακή Καφετέρια
παρασύρθηκε μονομιάς από τον αέρα του ονείρου, της επιθυμίας, της μεγάλης
προσμονής, έστω κι αν μερικοί από μας δεν βγάλουν φέτος την Κυνηγετική τους
Άδεια. Τι σημασία έχει; το όνειρο είναι ζωντανό, είναι υπαρκτό και τα ανθρώπινα
θέλω ξύνονται στην ψυχή μας, όπως η Γάτα
ξύνει τα νύχια της επάνω στο χαλί που το πληγώνει κάνοντάς το φυτίλια. Το γέλιο
σαν απόσταγμα γλυκιάς ευχαρίστησης έβγαινε κακαριστό και ήταν φανερό ότι, σ`
αυτή την απότομη αλλαγή της ατμόσφαιρας, αφήσαμε όλοι την ψυχή μας να κρεμαστεί
στα όμορφα εκείνα όνειρα της Έναρξης του Κυνηγίου της 20ης Αυγούστου, για την οποία κυλούσαν
μπροστά μας αργά και βασανιστικά καμιά δεκαριά μέρες.
Ο μεγάλος κατάμαυρος Ηλιόσπορος, που απλωνόταν εντυπωσιακά
στην πλαγιά κάτω απ` τον επιβλητικό όγκο του Παγγαίου όρους, ήταν για τα
τρυγόνια της περιοχής, μια γαστριμαργική όαση, που κανένα πουλί δεν μπορούσε να
την περάσει χωρίς να τσιμπολογήσει μερικές δεκάδες σποράκια. Κάθε τόσο,
καινούρια λαίμαργα πετούμενα, προσγειώνονταν με παιχνιδιάρικους ελιγμούς πάνω
στα ντροπαλά κεφάλια της λιοσποριάς, που μονίμως κοιτούσαν προς την Γη
αποφεύγοντας το βλέμμα του καυτερού ήλιου. Έτρωγαν, έπαιζαν, άλλαζαν θέσεις,
χωρίς να νοιάζονται για τις γκρινιάρες Δεκαοχτούρες και τους κεφαλάδες που κι
αυτοί ζητούσαν μερίδιο φαγητού από τον πλούσιο καλοψημένο ηλιόσπορο.
Απόγευμα και ο
δυνατός Αυγουστιάτικος ήλιος της παραμονής της 19ης Αυγούστου είχε βαλθεί να
μας εξοντώσει με τις ανελέητα πύρινες ακτίνες του που κυριολεκτικά τρυπούσαν
ό,τι ζωντανό εκινείτο χωρίς το έλεος της σκιάς κάποιου δένδρου.
Όλοι είχαμε μαγευτεί
απ` το θέαμα. Η καρδιά μας φτερούγιζε
μαζί με τα τρυγόνια και οι μυστικές σκέψεις για το πώς και πόσα θα κρεμάγαμε
στα κρεμαστάρια μας αύριο το πρωϊ με την έναρξη του Κυνηγίου, είχαν τρυπώσει
για τα καλά στο μυαλό μας, κάνοντας τις σκέψεις εμμονές και τις εμμονές
αρρωστημένες φαντασιώσεις. Τις όμορφες κι εκρηκτικές μας σκέψεις διέκοψαν δύο
φορτηγάκια, που αφού πέρασαν στον απέναντι χωματόδρομο, πλησίασαν στην άκρη από
τις Αμυγδαλοσυστάδες, εκατό μέτρα πιο πέρα από μας παλουκώνοντας με επιδεικτικό
θόρυβο τις σκηνές τους διεκδικώντας προφανώς και την κυριότητα του ευρύτερου
χώρου και των καρτεριών. Είναι γεγονός ότι τέτοιες ώρες πιο εύκολα βρίσκεις
κυνηγό να τσακωθείς παρά Τρυγόνι να τουφεκίσεις. Η αντιπαλότητα με τις λεκτικές
επιθέσεις διεκδίκησης δεν άργησαν να κορυφωθούν αλλά και να καλμάρουν μπροστά
στο αδιέξοδο και την συμφωνία που ακολούθησε. Και....ως συνήθως...στο τέλος
γίναμε φίλοι !
Παιδιά δεν
γίνεται, δήλωσε σοβαρά ο Δαμιανός, όταν μείναμε μόνοι. Απόψε πρέπει να
κοιμηθούμε εδώ, σκεφθείτε τώρα είναι απόγευμα και ποιός ξέρει πόσοι ακόμη θ`
ακολουθήσουν ως την τελευταία στιγμή.
Κατεβήκαμε βιαστικά
στον Δραβίσκο κι αφού ψωνίσαμε κάποια πρόχειρα φαγητά επιστρέψαμε ταχύτατα στον
κυνηγότοπο για να περάσουμε τις ατέλειωτες ώρες της μεγάλης προσμονής. Η μαγεία
της νυχτιάς δεν άργησε να στολίσει το σκοτάδι της μ` έναν τεράστιο ουράνιο
γαλαξία που ποιός ξέρει πόσα εκατομμύρια αστεράκια αιωρούνταν μέσα σ` αυτό το
φωτισμένο ουράνιο ποτάμι. Δεξιά μας, είχε πετάξει ο σκηνοθέτης, μια ασύμμετρη
χούφτα από φώτα για να φωτίζουν την Παλαιοκώμη, ενώ πιο πέρα με την ίδια
ασυμμετρία είχαν σκορπιστεί τα φώτα της Νέας φυλής, του Μικρού Σουλίου και του
Ροδολίβους.
Ο μεγάλος όγκος του
Παγγαίου όρους έγραφε αχνά το κορυφαίο του περίγραμμα, ενώ κάποιοι άγνωστοι
ήχοι από νυχτοπούλια η αγρίμια έδιναν κάποια ένταση στο σκηνικό. Ο Δαμιανός ήδη
είχε ξαπλώσει στις καλαμιές και χάζευε την Γαλαξιακή ομορφιά, που κάθε τόσο
κάποιοι διάττοντες αστέρες διέγραφαν ταχύτατες ολοφώτεινες πορείες για να
χαθούν και να σβήσουν σε μια στιγμή. Σιωπηλά
εκστασιασμένοι όλοι μας, ακολουθώντας την μαγεία της νύχτας και της σιωπής δεχθήκαμε
ξαφνικά το ρυθμικό ροχαλητό του Νίκου, που ξαπλωμένος στο φορτηγάκι του
Δαμιανού με ορθάνοιχτες τις πόρτες αγκομαχούσε βαριά στις ανηφοριές των ονείρων
του, προκειμένου να διώξει από πάνω του την κούραση και αϋπνία των τελευταίων
ημερών. Δεν ήταν όμως ο μοναδικός, σε
λίγο, χτυπημένοι όλοι μας από τις ίδιες αγωνιώδεις ταλαιπωρίες, ακολουθήσαμε το
ίδιο έντονο τραγούδι, το τραγούδι του ροχαλητού πάνω στο στρώμα της ζεστής και
φιλόξενης καλαμιάς των Σερρών.
Τα πρώτα πουλιά
δεν ήρθαν από εκεί που τα περιμέναμε, ήρθαν ανάποδα κι ανάποδα εξελίχθηκε σχεδόν όλο το πρωϊνό
μας κυνήγι. Εμείς τα περιμέναμε να κατηφορίζουν απ` πλαγιές του Παγγαίου, που
προφανώς κούρνιαζαν το βράδυ. Εκείνα όμως κυνηγημένα κι αλαφιασμένα απ` το
πολύπλευρο τουφεκίδι έκαναν ολόκληρο κύκλο κι εμφανίζονταν σαν στοιχειωμένες
σαϊτες, που δεν τις προλάβαινε όχι μόνο το όπλο αλλά ούτε και το μάτι. Η αγωνία
μας εντάθηκε περισσότερο, τα μάτια μας σάρωναν χαμηλά τον ορίζοντα κι άλλοτε
πάλι ξαφνιαζόμαστε απ` τα ψιλωμένα πουλιά που τα κοιτάζαμε να φεύγουν για να
προσγειωθούν σε άλλον απόμακρο ηλιόσπορο ή μέσα στο απαγορευμένο. Ωστόσο, αυτά
που ακολούθησαν το γνωστό τους ημερήσιο δρομολόγιο, για να φάνε στον ηλιόσπορο που
είχαμε ζώσει, έμειναν κοντά μας ως δώρα σκοπευτικής ανταμοιβής κυρίως από τον
Κώστα αλλά και τον Δαμιανό που είχε πιάσει τον γειτονικό λιόσπορο και πήγε καλύτερα απ` όλους μας. Εκείνο όμως
που πρέπει να τονίσω, ως πραγματικά αξιοθαύμαστο είναι αυτά που πέρασαν σαν
σαϊτες απο τις φυλάχτρες μας και κατάφεραν να ξεφύγουν. Ήταν εκείνα τα πουλιά
που οπλισμένα από την φύση τους με ασυγκρίτως καλύτερα ανταγωνιστικά όπλα απ`
τα δικά μας αχρήστευαν το "Φράγμα" πυρός που συναντούσαν ξεφεύγοντας,
επί του παρόντος βέβαια, στην ελευθερία των αιθέρων που είναι ολάκερη δική τους.
Δεν συνηθίζω ν`
αναφέρομαι σε αριθμούς πουλιών που καρπώθηκαν από την παρέα μου κι αυτό γιατί ο
αριθμός δεν μου λέει τίποτα, αφού στις περισσότερες των περιπτώσεων έχει μάλλον
επιδεικτικό χαρακτήρα και μια άχαρη προβολή κυνηγετικής ικανότητας που στην
εποχή μας μάλλον δεν χρειάζεται.
Οι δείκτες του
ρολογιού είχαν ξεφύγει αρκετά πάνω από
τις πρωϊνές ώρες και ο ήλιος είχε γίνει πραγματικά τυραννικός. Η παρέα
αναδιπλώθηκε , τα όπλα μπήκαν στις θήκες και η σκέψη ενός παγωμένου φραπέ στην
δροσερή σκιά της καφετέριας, άρχισε να μοιάζει σαν παγωτό που λειώνει και
ξερογλείφεσαι για να το προλάβεις. Η τσάντα με τα πουλιά της παρέας
τοποθετήθηκε για λόγους ασφαλείας στον καταψύκτη του Σούπερ Μάρκετ και στην
γειτονική καφετέρια με τις φραπεδάρες και τα παγωμένα νερά άρχισε μια
φασαριόζικη κυνηγετική κριτική που συχνά κατέληγε σε ξεσπάσματα έντονου γέλιου.
Όμορφες και μεγάλες στιγμές ξεκούρασης και ξεγνοιασιάς μαζί με αγαπητούς φίλους
κι εξτρίμ κυνηγετικά γεγονότα που ανακατεύονταν στο καζάνι της φαντασίας
πυρώνοντας περισσότερο τις επιθυμίες για το επερχόμενο απογευματινό κυνήγι των
Τρυγονιών, σε άλλο κρυφό μέρος, όπως υποστήριζε με νόημα ο καταπληκτικός
γνώστης της περιοχής Δαμιανός Χ"Χαραλάμπους.
Οι μεσημεριανές
ώρες που μεσολάβησαν μέχρι το απόγευμα στις τέσσερις, που ξεκινήσαμε με τον
καφέ στο χέρι για τα κυνηγοτόπια, ήταν μάλλον ανήσυχες και προβληματικές. Όταν
όμως η κούραση συνωμότησε με την σωματική μου ανημποριά κι αγνόησαν τον καύσωνα
και τις μύγες, μ` άρπαξε απαλά ο Μορφέας στέλνοντάς με, τουλάχιστον για μια
ωρίτσα, στον παραδεισένιο κόσμο των ονείρων.
Το μέρος που μας
πήγε το απόγευμα ο Δαμιανός ήταν πραγματικά η έκπληξη της ημέρας, κι ενώ στην
αρχή δοκιμάσαμε την απογοήτευση της θηριώδους κι απροσπέλαστης βλάστησης δίπλα
σ`έναν τεράστιο καλοψημένο ηλιόσπορο, χωριστήκαμε ανά δύο κι ανοιχτήκαμε για να
καλύψουμε όσο ήταν δυνατόν περισσότερο χώρο. Όταν φθάσαμε στο καταλληλότερο
μάλλον σημείο, με τον ηλιόσπορο στη μέση και το ποτάμι στα δεξιά μας, που η
οργιώδης βλάστησή με τα τεράστια
καταπράσινα δένδρα οριοθετούσαν το
Πέρασμα του Υδάτινου θεριού, ο Δαμιανός χτύπησε δυνατά παλαμάκια μήπως σηκωθεί
κανένα Τρυγόνι...και τότε ακριβώς συνέβη το θαύμα. Στην αρχή σηκώθηκαν τρία -
τέσσερα πουλιά απ` την μεριά του Κώστα και του Νίκου και όταν αυτοί τα
τουφέκισαν παίρνοντας κανα δυο, τότε ξέσπασε η πλημμυρίδα των πουλιών που
έβοσκαν ανενόχλητα προφανώς όλες τις μέρες. Ένα τεράστιο σύννεφο από Τρυγόνια
γέμισε τον ουρανό, φεύγοντας προς όλες τις κατευθύνσεις κάνοντας τις Καραμπίνες
μας να τετερίζουν παταγωδώς λαβώνοντας παράλληλα την ηρεμία και μοναξιά της
πνιγηρής παραποτάμιας βλάστησης.
Αγωνία, έκπληξη,
ενθουσιασμός κι οι Καραμπίνες ξαναγέμισαν αστραπιαία. Κάποια πουλιά ανίκανα να
εκτιμήσουν την κατάσταση στο μέχρι τώρα "Εστιατόριό" τους έκαναν τον
κύκλο προς την ποταμιά κι επέστρεφαν με σκοπό μια νέα προσγείωση επάνω στα
μαύρα καλοψημένα ηλιοκέφαλα. Νέες μπαταριές, νέες βλαστήμιες για τα πουλιά που
χάνονταν μέσα στην πυκνή βλάστηση και ο ιδρώτας να πηγαίνει ποτάμι, τούτο το
καψωμένο απόγευμα στο λιοπύρι του Σερραϊκού κάμπου, που θελήσαμε ν` αγνοήσουμε
τους κανόνες της φύσης και τις αντιπαλότητες που μας αντιμάχονταν δυναμικά. Η
Καραμπίνα του Δαμιανού είχε πάρει "φωτιά" του Νίκου και του Κώστα
απέναντι το ίδιο και μόνο η δική μου είχε σιωπήσει που χαμένος κυριολεκτικά
στον, πάνω απ` το μποϊ μου ηλιόσπορο, αγωνιζόμουν να βρω τα χαμένα μου θηράματα
που όχι μόνο δεν βρήκα αλλά κόντευα να χαθώ κι εγώ ο ίδιος, μέσα στην
χορταριασμένη πυκνούρα και το θεόρατο τείχος της μαύρης λιοσποριάς.
Όμορφες στιγμές, μεγάλες στιγμές, βουτηγμένες σε μοναδικά εξαιρετικές
εικόνες, αλλά και σωματικές ικανότητες στα όρια της εξάντλησης, μ` έσπρωξαν να
παραδοθώ ξαπλωμένος, σε μια Παραδείσια
δροσιά κάτω από την μεγάλη ποταμίσια Λεύκα, που σου σκουπίζει τον ιδρώτα και
ξανακάνει το σώμα ετοιμοπόλεμο.
Κατάκοποι όλοι
και πεινασμένοι σαν χειμωνιάτικοι
στερημένοι Λύκοι, με την δίψα και την σκόνη των χωματόδρομων του κάμπου, μόνιμο
εφιαλτικό χάδι, αράξαμε κυριολεκτικά στην Ταβέρνα με τα σπέσιαλ μεζεκλίκια, και τις γαστριμαργικές
απολαύσεις, όπου το ακόρεστο φαγοπότι με τα επανειλημμένα εβίβα και τις
παγωμένες μπύρες αποκατέστησε σταδιακά τις χαμένες μας ισορροπίες.
Άντε
λοιπόν.....Εβίβα και πάλι...και ντράγκκκ τα μπυροπότηρα στον αέρα. Και του
χρόνου νά`μαστε καλά να ξανακυνηγήσουμε
!!!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου